- παραδειγματισμός
- οη τιμωρία κάποιου για εκφοβισμό των άλλων: Τιμωρήθηκε ο υπάλληλος αυστηρά για παραδειγματισμό.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
παραδειγματισμός — making an example of masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγματισμός — ο, ΝΑ [παραδειγματίζω] 1. το να δίνει κανείς το παράδειγμα σε άλλους ή το να διδάσκεται από το παράδειγμα τών άλλων 2. η τιμωρία που επιβάλλεται για σωφρονισμό, καθώς και ο σωφρονισμός που επιτυγχάνεται με την τιμωρία … Dictionary of Greek
παραδειγματισμοῦ — παραδειγματισμός making an example of masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγματισμῶν — παραδειγματισμός making an example of masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγματισμῷ — παραδειγματισμός making an example of masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγματισμόν — παραδειγματισμός making an example of masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θεσσαλονίκη — I (4ος αι. π.Χ.). Κόρη του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας και της συζύγου του Νικησίπολης, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Σύζυγός της υπήρξε ο Κάσσανδρος, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους: τον Φίλιππο, τον Αντίπατρο και τον Αλέξανδρο. Τη σκότωσε ο… … Dictionary of Greek
ԱՌԱԿԱՆՔ — (նաց.) NBH 1 0283 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 13c գ. αἱσχύνη, αἵσχιδον, παραδειγματισμός pudor, ignomina, traductio որ եւ ԱՌԱԿ ՆՇԱՒԱԿԻ. Խայտառականք. ամօթանք. խայտառակութիւն, ծանականք. նշաւակութիւն. յամօթ առնելն, եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
σωφρονισμός — ο 1. συνετισμός, λογίκευση. 2. τιμωρία, παραδειγματισμός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)